ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΡΙΤΣΟΥ
Με αφορμή το βιβλίο της "Μαύρη πεταλούδα", που είναι πιο επίκαιρο από ποτέ και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος ζητήσαμε από την κυρία Ελευθερία Ρίτσου να τη γνωρίσουμε καλύτερα.
Κάθε βιβλίο της έχει κάτι να πει. Οι παιδικές ιστορίες της μοιάζουν απλές, αλλά είναι γεμάτες νοήματα, με τις οποίες η συγγραφέας καταφέρνει να δώσει στα παιδιά τροφή για σκέψη, για θέματα σημαντικά και ίσως δυσνόητα για τις πιο μικρές ηλικίες. Η συνέντευξή που μας παραχώρησε ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και την ευχαριστούμε πολύ!
Ας γνωριστούμε!
Η Έρη Ρίτσου γεννήθηκε το 1955 στο Βαθύ και μεγάλωσε στο Καρλόβασι της Σάμου. Γονείς της η γιατρός Γαρυφαλιώ Γεωργιάδου-Ρίτσου και ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος. Σπούδασε αγγλική φιλολογία και εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος.
Συνταξιούχος πια, μοιράζει το χρόνο της ανάμεσα στη Σάμο και στην Αθήνα. Έχει μια κόρη, τη Λητώ, και πολλούς καλούς φίλους.
ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ
Η μαύρη πεταλούδα, Κέδρος, 2015
Η μικρή καμηλοπάρδαλη που δεν έτρωγε το φαγητό της, Κέδρος, 2010
Μυστικά και αποκαλύψεις, Κέδρος, 2006
Γιατρός επαρχίας, Κέδρος, 2004
Η καλή μεγάλη καφετιά αρκούδα βρήκε την ευτυχία, Κέδρος, 2002
Οι τρεις βασιλοπούλες, Κέδρος, 2001
Κυρία Ρίτσου καλωσορίσατε στο KindyKids.gr! Θέλετε να μας πείτε πως αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη συγγραφή παιδικών βιβλίων;
Δεν το αποφάσισα ακριβώς. Ήταν μάλλον τυχαίο. Στην κόρη μου, όταν ήταν μικρή, της άρεσε να της λέω παραμύθια που έβγαζα απ’ το κεφάλι μου. Κάποια φορά που είχε πάει διακοπές στους παππούδες, μου είχε αφήσει παραγγελία να της γράψω ένα παραμύθι για να της το διαβάσω στο γυρισμό. Έτσι γράφτηκε το πρώτο παραμύθι «Οι τρεις βασιλοπούλες», που έχοντας την τύχη να εκδοθεί, άνοιξε τον δρόμο και για τα επόμενα.
Από πού αντλείτε έμπνευση για να γράφετε τις ιστορίες σας;
Από ένα θέμα που μπορεί να με ενδιαφέρει τη συγκεκριμένη στιγμή, από παιδικές μου αναμνήσεις, από κάποιο πρόβλημα που αναφύεται στην τρέχουσα επικαιρότητα. Στο πρώτο παραμύθι μου, για παράδειγμα, το θέμα είχε να κάνει με τα κακομαθημένα, άτακτα και ανοικοκύρευτα παιδιά, που φυσικά είχε τις ρίζες του στο γεγονός πως και γω, ως παιδί, δεν ήμουν ιδιαίτερα τακτική και πως επίσης η κόρη μου είχε την τάση να σκορπάει τα πράγματά της πέρα δώθε. «Η καλή μεγάλη καφετιά αρκούδα» πάλι έχει σαν θέμα της την υιοθεσία. Στόχος μου ήταν να εμπλουτίσω την πολύ φτωχή, εκείνη την εποχή, παραγωγή σχετικά με το θέμα αυτό, αφού, όπως είναι γνωστό, είναι ένας πολύ χρήσιμος τρόπος προετοιμασίας των παιδιών προκειμένου να πληροφορηθούν για την υιοθεσία τους.
Ποιο είναι το ωραιότερο πράγμα στη ζωή ενός συγγραφέα;
Το να σε πλησιάζουν άνθρωποι και να σου λένε πόσο τους βοήθησε ένα βιβλίο, όπως έχει γίνει πολλές φορές με γονείς που αναφέρονται στο παραμύθι «Η καλή μεγάλη καφετιά αρκούδα». ‘Η το να έρχονται τα παιδιά και λένε πόσο πολύ τους άρεσε ένα παραμύθι, να το αναλύουν, και εξηγούν τι ήταν αυτό που τους άρεσε και γιατί.
Υπάρχει κάποιο από τα βιβλία σας που αγαπάτε περισσότερο; Αν ναι για ποιο λόγο;
Είναι νομίζω η πιο δύσκολη ερώτηση που μπορεί να κάνει κανείς σε κάποιον που γράφει. Δενόμαστε συναισθηματικά με κάθε τι που φτιάχνουμε και είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς κάποιο βιβλίο. Όταν το άκουγα αυτό παλιά, νόμιζα πως το έλεγαν επειδή δεν ήθελαν να απαντήσουν αλλά πραγματικά έτσι είναι. Μπορεί να ακούγεται κοινότοπο αλλά η αντίδραση είναι ίδια με αυτή του γονιού που του ζητάνε να ξεχωρίσει κάποιο απ’ τα παιδιά του.
Πόσο εύκολο / δύσκολο είναι να γράψει κάποιος ένα παιδικό βιβλίο;
Να πω την αλήθεια, δεν έχω αναρωτηθεί! Λαμβάνοντας υπ’ όψιν πάντως την ολοένα αυξανόμενη παραγωγή, σίγουρα δεν θα είναι δύσκολο, αρκεί κανείς να μην ξεχνά πώς ήταν ο εαυτός του κάποιες δεκαετίες πριν!
Θέλετε να μας πείτε λίγα περισσότερα για τη «Μαύρη Πεταλούδα»; Πως εμπνευστήκατε την ιστορία και τι μήνυμα θέλατε να περάσετε στα παιδιά;
Περνώντας το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, τώρα που είμαι συνταξιούχος, στη Σάμο, έχω ζήσει πολύ έντονα τα τελευταία χρόνια το πρόβλημα των μεταναστών, των ανθρώπων που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τον τόπο τους λόγω του πολέμου ή λόγω της πείνας. Παράλληλα, είναι φανερό πως τις τελευταίες δεκαετίες, η Ελλάδα έχει γίνει μια πολυπολιτισμική χώρα και στα σχολεία μας συνυπάρχουν παιδιά από διαφορετικές χώρες καταγωγής. Επίσης, το θέμα του εκφοβισμού και της ενδοσχολικής βίας, που πρόσφατα έχει απασχολήσει τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, είναι κάτι που με έχει ταράξει πολύ, ιδιαίτερα δε το γεγονός πως τέτοια φαινόμενα παρατηρούνται και σε μικρότερες πλέον ηλικίες.
Ήθελα λοιπόν να μιλήσω για το θέμα της διαφορετικότητας, πως δηλαδή κάποιος που είναι διαφορετικός από μας, ή από τον «μέσο όρο» δεν είναι «περίεργος» ή «επικίνδυνος», το αντίθετο μάλιστα. Και όταν λέω «διαφορετικός», εννοώ όχι μόνο ξένος ή μετανάστης, αλλά π.χ. ένα παιδί που είναι υπέρβαρο ή που έχει πεταχτά αυτιά. Συνήθως προκαταλήψεις που αποχτούμε στην παιδική μας ηλικία μας ακολουθούν σε όλη μας τη ζωή, ακόμα και όταν η λογική και η κρίση μας ωριμάσουν. Νομίζω λοιπόν πως κάποια σοβαρά θέματα πρέπει να τα ξεκαθαρίζουμε στα παιδιά και να μην αφήνουμε να μεγαλώνουν με στρεβλές απόψεις.
Εκτός όμως από αυτό το κύριο θέμα μου, θέλησα σ’ αυτό το παραμύθι να τονίσω τη σημασία της φιλίας και την ουσία της, το ότι δηλαδή «οι φίλοι φαίνονται στα δύσκολα», και πως δεν εγκαταλείπουμε τους φίλους μας όταν έχουν την ανάγκη μας καθώς επίσης και την ανάγκη της αλληλεγγύης και της συνεργασίας. Μόνοι μας μπορεί βεβαίως να κάνουμε κάποια πράγματα καλά αλλά σε συνεργασία με τους άλλους μπορεί να τα κάνουμε καλύτερα και πιο αποτελεσματικά.
Τέλος, ένα ακόμα «μήνυμα» που θέλησα να περάσω είναι η ανάγκη του να δρούμε. Όταν τα πράγματα φαίνονται πολύ δύσκολα, να μην σταυρώνουμε τα χέρια και μένουμε άπραγοι αλλά να βάζουμε το μυαλό μας να δουλέψει και να προσπαθήσουμε να βρούμε λύση στο πρόβλημα που μας απασχολεί.
Υπάρχει κάποιο παιδικό βιβλίο που θα θέλατε να έχετε γράψει εσείς κι αν ναι γιατί;